Εὐφήμως

Εὐφήμως
Εὔφημος
uttering sounds of good omen
masc acc pl (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • εὐφήμως — εὔφημος uttering sounds of good omen adverbial εὔφημος uttering sounds of good omen masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εύφημος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήρωας της Αργοναυτικής εκστρατείας και της Μητιονίκης. Άλλες παραδόσεις τον εμφανίζουν ως κάτοικο του Ταινάρου, όπου ο πατέρας του είχε ιερό, και ως σύζυγο της Λαονόμης, κόρης του Αμφιτρίωνα και της Αλκμήνης. Σύμφωνα με τον… …   Dictionary of Greek

  • κτεις — ο (AM κτείς, ενός) θαλάσσιο οστρακόδερμο, το χτένι («ἂν δ οἷον οἱ κτένες κρεῶδες ἔχωσι τὸ πρὸς τῷ μυκτῆρι», Αριστοτ.) αρχ. 1. όργανο με το οποίο διευθετούνται, ευτρεπίζονται τα μαλλιά, χτένι 2. εξάρτημα τού αργαλειού από το οποίο διέρχονται οι… …   Dictionary of Greek

  • προσαγορεύω — ΝΜΑ [ἀγορεύω] 1. προσφωνώ, απευθύνω σε κάποιον δημόσια χαιρετισμό, εκφωνώ χαιρετιστήρια αγόρευση 2. τιτλοφορώ κάποιον, αποκαλώ κάποιον με τον τίτλο που έχει ή που τού απονέμω αρχ. 1. χαιρετίζω («ἐν ταῑς ἐπιστολαῑς τοὺς φίλους προσαγορεύουσι»,… …   Dictionary of Greek

  • ԲԱՐԵՀՌՉԱԿԱՊԷՍ — ( ) NBH 1 452 Chronological Sequence: 8c մ. εὑφήμως bona verba dicendo Բարւոք հռչակելով. բարեհամբաւելով, լաւ եւս ասելով. *Ոչ իւրեանց անիրաւ յարձակմամբք (կամ յարձակմանց), ամենիմաստ աստուածապետութեանն, բարեհռչակապէս ասել, սպասաւորութեան հետեւել.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”